Γράφει ο Δημήτριος Σ. Νάστας Αξιωματικός ΕΛ.ΑΣ ε.α. Καθηγητής Αστυνομικών Σχολών.
Ο
Ανδρέας… ψαράς το επάγγελμα, είχε αρχίσει τελευταία να επισκέπτεται συχνά, με
το τρίκυκλο μοτοποδήλατο, το παραλιακό χωριουδάκι του, μια και...
έμενε μόνιμα
στην μεγαλούπολη. Όμως τα πολλά και συχνά μικροταξιδάκια στο χωριό του και οι
ύποπτες επαφές με άτομα της νύχτας, δεν
μπορούσε να περάσει απαρατήρητο και οι Αστυνομικοί άρχισαν να υποψιάζονται πως
κάτι δεν πήγαινε καλά με τον πολλά υποσχόμενο…ψαρά.Κάθε
φορά που κινούσε για το όμορφο παραθαλάσσιο χωριό του, φόρτωνε στο τρίκυκλο
μοτοποδήλατο ένα κιβώτιο με δύο-τρία κιλά ψάρια, που η αξία τους ούτε τα
καύσιμα δεν μπορούσε να καλύψει.
Το
εμπόριο αυτό κίνησε την περιέργεια των Αστυνομικών, που δεν μπορούσαν να
καταλάβουν το συμφέρον του Ανδρέα…από τα συχνοτάξιδα στο χωριό του, αφού τα
ψάρια που μετέφερε ήταν τόσο λίγα , ώστε και μισοτιμής να τα πωλούσε στην πόλη
θα κέρδιζε περισσότερα.
Αποφάσισαν
λοιπόν να τον παρακολουθήσουν συστηματικά, για να καταλήξουν μετά από λίγο
καιρό στο συμπέρασμα ότι δεν ήταν τα ψάρια η αιτία που έφευγε κάθε τόσο από την
πόλη ο ψαράς, αλλά και να διαπιστώσουν πως οι παρέες του αποτελούνταν, σχεδόν
μόνιμα, από ντόπιους χασισοπότες, γνωστούς από παλαιοτέρα στην Αστυνομία.
Όταν
λοιπόν οι πρώτες υπόνοιες επιβεβαιώθηκαν, οι Αστυνομικοί έσπευσαν να ενεργήσουν
έρευνα στο σπίτι του, που είχε σαν αποτέλεσμα να φέρει στο φως 23 μικρές
γυάλινες φιάλες γεμάτες με χασίς σε φούντα, άριστης ποιότητας, συνολικού βάρους
1.420 γραμμαρίων.
Ο
Ανδρέας… μετά από αυτό, πήρε το δρόμο για τον Εισαγγελέα, αφού πρώτα ομολόγησε
ότι πριν από αρκετούς μήνες είχε καλλιεργήσει σε ερημική περιοχή του χωριού του
δενδρύλλια ινδικής κάνναβης (χασισόδενδρα), από την σοδειά των οποίων
προέρχονταν και τα 1.420 γραμμάρια του χασίς που βρέθηκαν στο σπίτι του.
Έτσι
μπορεί να λύθηκε το μυστήριο των συχνών μεταβάσεων του ψαρά στο χωριό του, που
δεν ήταν τα ψάρια τελικά, αλλά η περιποίηση των δενδρυλλίων και η συγκομιδή της
φούντας και να επιβεβαιώσει για μία
ακόμη φορά την λαϊκή παροιμία που θέλει «του κυνηγού και του ψαρά το πιάτο,
δέκα φορές είν’ αδειανό και μια φορά γεμάτο», με την διαφορά ότι το πιάτο του
ψαρά μας θα είναι από εδώ και στο εξής
γεμάτο, μια και θα βρίσκεται στη φυλακή και θα φροντίζει γι’ αυτό η πολιτεία.
*Από την συλλογή: * Αληθινές Ιστορίες*